Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013




   Οι γιατροί όπως και όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να κάνουν λάθος στην δουλειά τους. Με μια πολύ σημαντική διαφορά. Το λάθος ενός γιατρού μπορεί να στοιχίσει την ζωή ενός ανθρώπου. Δείτε στην συνέχεια 10 απίστευτα ιατρικά λάθη που συγκλόνισαν την κοινή γνώμη..

 1. Όταν η Nancy Andrews από το Commack της Νέας Υόρκης, έμεινε έγκυος με χρήση εξωσωματικής γονιμοποίησης σε κλινική της Νέας Υόρκης η ίδια και ο σύζυγός της ανέμεναν με αγωνία τον ερχομό του νέου μέλους της οικογένειας. Όταν η Andrews όμως γέννησε με έκπληξη ανακάλυψαν ότι το παιδί ήταν αρκετά πιο σκούρο από ότι περίμεναν.



   Οι εξετάσεις DNA που έγιναν αποκάλυψαν ότι οι γιατροί χρησιμοποίησαν κατά λάθος το σπέρμα άλλου άνδρα για να γονιμοποιήσουν τα ωάρια της Nancy Andrews.

   Το ζευγάρι πήγε στην δικαιοσύνη και τον ιδιοκτήτη της κλινικής αλλά και την εμβρυολόγο που φέρεται ότι μπέρδεψε τα δείγματα.



2. Η 17χρονη Jesica Santillan, μετανάστευσε από το Μεξικό στις ΗΠΑ για να αναζητήσει θεραπεία για ένα πρόβλημα που είχε στην καρδιά της. Οι γιατροί του νοσοκομείου Duke University Medical Center αφού την εξέτασαν αποφάσισαν ότι θα έπρεπε να γίνει μεταμόσχευση καρδιάς.



   Η καρδιά βρέθηκε, η μεταμόσχευση έγινε αλλά η μικρή Jesica πέθανε 2 εβδομάδες μετά. Οι γιατροί ξέχασαν να ελέγξουν αν η καρδιά του δότη ήταν συμβατή με την Jesica.

3. Ο 47χρονος βετεράνος πιλότος της πολεμικής αεροπορίας Benjamin Houghton ένιωθε πόνους στον αριστερό του όρχι. Οι γιατροί του νοσοκομείου West Los Angeles VA Medical Center αφού τον εξέτασαν αποφάσισαν να του τον αφαιρέσουν υπό τον φόβο καρκινώματος.



   Τελικά αποδείχθηκε ότι δεν είχε καρκίνωμα, αλλά το λάθος είχε ήδη γίνει.. Ένα λάθος που προκάλεσε την μήνυση του Benjamin Houghton και της γυναίκας του προς το νοσοκομείο διεκδικώντας αποζημίωση 200000 δολαρίων.

 4. Ο Donald Church, 49 ετών, είχε όγκο στην κοιλιά του όταν έφθασε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Washington Medical Center στο Σιάτλ, τον Ιούνιο του 2000. Όταν έφυγε, ο όγκος είχε φύγει – αλλά ένας μεταλλικός συσπειρωτήρας(ιατρικό εργαλείο) είχε πάρει τη θέση του.


   Οι γιατροί τον ξέχασαν κατά λάθος στην κοιλιά του. Ευτυχώς, οι χειρούργοι πρόλαβαν να αφαιρέσουν τον συσπειρωτήρα λίγο μετά την ανακάλυψή του, και έτσι ο Church δεν παρουσίασε προβλήματα στην υγεία του εξαιτίας αυτού του λάθους. Το νοσοκομείο συμφώνησε να καταβάλει ως αποζημίωση στον Church 97.000 δολάρια.

5. Η 67χρονη Joan Morris (ψευδώνυμο) επισκέφτηκε το Πανεπιστημιακό νοσοκομείο για μια εγκεφαλική αγγειογραφία.  Μετά την αγγειογραφία όμως από λάθος μεταφέρθηκε σε άλλο όροφο, αντί να επιστρέψει στο αρχικό της κρεβάτι. Το εξιτήριο της από το νοσοκομείο είχε προγραμματιστεί για την επόμενη ημέρα. Αντί για εξιτήριο όμως η άτυχη ασθενής βρέθηκε ξαφνικά στο χειρουργείο για επέμβαση ανοικτής καρδιάς!



   Ήταν στο χειρουργικό τραπέζι για μια ώρα όταν χτύπησε το τηλέφωνο και ένας γιατρός από άλλο Τμήμα ρώτησε «τι κάνετε με τον ασθενή μου;» Τελικά η εγχείρηση ματαιώθηκε και η Joan Morris επέστρεψε στο δωμάτιό της σε σταθερή κατάσταση.

 6. Στις 23 Νοεμβρίου του 2007 μια 82χρονη γυναίκα έπρεπε να  εγχειριστεί στο κεφάλι για να σταματήσει η αιμορραγία μεταξύ του εγκεφάλου της και του κρανίου της. Ένας νευροχειρουργός στο νοσοκομείο Rhode Island Hospital ξεκίνησε την χειρουργική επέμβαση τρυπώντας την δεξιά πλευρά του κεφαλιού της ασθενούς, αν και η αξονική τομογραφία έδειξε ότι η αιμορραγία ήταν στην αριστερή πλευρά.



   Κάποια στιγμή κατάλαβε το λάθος του, έκλεισε την λάθος τρύπα και ξεκίνησε να τρυπάει την αριστερή πλευρά της ασθενούς. Η ταλαιπωρημένη γυναίκα  τελικά επέζησε.

7. Το Φεβρουάριο του 1995 στο University Community Hospital στην Tampa ο 52χρονος Willie King μπήκε στο χειρουργείο για ακρωτηριασμό του ενός ποδιού του. Όλα πήγαιναν καλά για την χειρουργική ομάδα έως την στιγμή που ανακάλυψαν ότι αφαιρούσαν το λάθος πόδι.



   Ήταν όμως πολύ έργα. Ο άτυχος Willie King έχασε και τα δυο του πόδια σε εκείνο το χειρουργείο. Ως αποζημίωση το νοσοκομείο του κατέβαλε 900.000 δολάρια ενώ 250.000 πήρε και από τον υπεύθυνο χειρούργο.

 8. Στο St Louis Park της Μινεσότα, ένας ασθενής νοσηλεύτηκε στο Park Nicollet Methodist Hospital με καρκινικό όγκο στο ένα του νεφρό.



   Οι γιατροί αποφάσισαν να του το αφαιρέσουν. Την επόμενη μέρα της εγχείρησης όμως ο παθολογοανατόμος εξέτασε το αφαιρεμένο νεφρό  και δεν βρήκε κανένα καρκινικό στοιχείο. Στο χειρουργείο του είχαν αφαιρέσει το υγιές νεφρό.

9. Ο Sherman Sizemore εισήχθη στο Raleigh General Hospital του Beckley στις 19 Ιανουαρίου του 2006. Ένιωθε έναν συνεχή πόνο στην κοιλιά και οι γιατροί αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν μια διερευνητική χειρουργική επέμβαση για να προσδιορίσουν την αιτία.



   Οι αναισθησιολόγοι του χορήγησαν πριν την εγχείρηση τα φάρμακα που απαιτούνταν για να μουδιάσει, αλλά για κακή του τύχη απέτυχαν στη γενική αναισθησία. Έτσι ο Sizemore ένιωθε τα πάντα κατά την εγχείρηση, πόνο, πίεση, δυσφορία αλλά δεν μπορούσε να μετακινηθεί ή να επικοινωνήσει με τους γιατρούς. Δύο εβδομάδες μετά την εγχείρηση αυτοκτόνησε.

 10. Δύο μήνες μετά από μια διπλή εγχείρηση bypass  στην καρδιά του  ο  κωμικός και πρώην μέλος της εκπομπής Saturday Night Live Dana Carvey, έμαθε την δυσάρεστη είδηση: ο καρδιοχειρουργός είχε παρακάμψει την λάθος αρτηρία.



   Χρειάστηκε μια νέα επείγουσα  επέμβαση για να ανοιχτεί η μπλοκαρισμένη αρτηρία που απειλούσε να σκοτώσει τον 45χρονο κωμικό και πατέρα δυο παιδιών.Ανταποκρινόμενος στην αποζημίωση των 7,5 εκατομμυρίων δολαρίων που του ζήτησε ο Carvey, ο χειρούργος ισχυρίσθηκε ότι ήταν απλά ένα ανθρώπινο λάθος.

http://alttherapy.blogspot.com 

"Αν τα ιατρικά λάθη ήταν ασθένεια, θα ήταν η 6η αιτία θανάτου!" Συγκλονιστική Αποκάλυψη της Wall Street Journal


   Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, μπορεί να είναι και η πρώτη αιτία ... Αυτά τα σφάλματα σκοτώνουν το ισοδύναμο τεσσάρων επιβατικών αεροπλάνων τζάμπο τζετ ... κάθε εβδομάδα. Ο Δρ Makary λέει ότι και αυτό είναι πιθανώς μια συντηρητική εκτίμηση.
   Σύμφωνα με τo Health Grades Hospital Quality in America Study 2011, η συχνότητα εμφάνισης επιβλαβών και /ή θανατηφόρων ιατρικών λαθών που συμβαίνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες ανέρχονται σε πάνω από 40.000 την ημέρα!!!!!!!.
   Ο Δρ Andrew Saul, συν-συγγραφέας του Health and Hospitals: Ο Ορθομοριακός οδηγός σας για μια συντομότερη παραμονή στο νοσοκομείο (Your Orthomolecular Guide to a Shorter Hospital Stay το οποίο είναι διαθέσιμο στο Amazon), πρόσφατα εξήγησε ότι η χαμηλότερη αυτή εκτίμηση κάνει τα νοσοκομεία να βρισκονται μέσα στις 10 κορυφαίες αιτίες θανάτου στις Ηνωμένες Πολιτείες. .. και η υψηλότερη εκτίμηση κάνει τα νοσοκομεία και τα φάρμακα νούμερο ένα αιτία θανάτου της χώρας. Μερικά από τα κορυφαία 10 και πιο θανατηφόρα, ιατρικά σφάλματα είναι τα λάθη που κανονικά θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά σπάνια, αλλά συμβαίνουν με συγκλονιστική συχνότητα:


1. Ανεπιθύμητες ενέργειες που μπορούν να αποφευχθούν
Εκτιμάται ότι 450.000 ιατρικά περιστατικά από ανεπιθύμητες παρενέργειες φαρμάκων που σχετίζονται ως επί το πλείστον με σωστά συνταγογραφούμενα φάρμακα και συμβαίνουν στις ΗΠΑ κάθε χρόνο, θα μπορούσαν να προληφθούν. Ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος είναι απλά και μόνο η πληθώρα των φαρμάκων που συνταγογραφούνται και χρησιμοποιούνται- και πολλοί ασθενείς λαμβάνουν πολλαπλές ιατρικές αγωγές σε διαφορετικές δοσολογίες, μερικές από τις οποίες μπορεί να εξουδετερώσουν η μία την άλλη ή να προκαλέσουν σοβαρές αντιδράσεις όταν συνδυάζονται μεταξύ τους. Τα λάθη στη δοσολογία, στη φαρμακευτική αγωγή, στο συνδυασμό ή ακόμα και η λάθος συνταγογράφηση σε λάθος πρόσωπο είναι πάρα πολύ κοινά.
  

 2.Μολύνσεις που μπορούν να αποφευχθούν

   Οι νοσοκομειακές λοιμώξεις είναι ανησυχητικά κοινές, και, δυστυχώς, αποβαίνουν συχνά θανατηφόρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περισσότεροι από 2 εκατομμύρια άνθρωποι πλήττονται από ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις κάθε χρόνο, και 100.000 άνθρωποι πεθαίνουν ως αποτέλεσμα αυτού. Σύμφωνα με την αναφορά του Health Grades Hospital Quality in America, η ανάλυση των αρχείων περίπου 40 εκατομμυρίων ασθενών του Medicare από το 2007 μέχρι το 2009 έδειξε ότι 1 στους 9 ασθενείς ανέπτυξε τέτοιες ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις!
   Το πιο θλιβερό μέρος της ιστορίας είναι ότι οι περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούσαν πιθανότατα να έχουν προληφθεί εύκολα με καλύτερο έλεγχο των λοιμώξεων στα νοσοκομεία - με απλές ρουτίνες, όπως οι γιατροί και οι νοσοκόμες να πλένουν τα χέρια τους κάθε φορά όταν πγαίνουν από τον έναν ασθενή στον άλλον.
 
3. Χειρουργικά Αναμνηστικά
   Χειρουργικά εργαλεία ή άλλα αντικείμενα που αφήνονται μέσα σε ανθρώπους μετά από επέμβαση είναι ένα πολύ πιο συχνό φαινόμενο από ό, τι θα θέλατε να σκεφτείτε. Αυτό είναι συχνά το αποτέλεσμα της παράλειψης του χειρουργικού προσωπικού να μετρήσει ή να κάνει λάθος στη μέτρηση του εξοπλισμό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Απροσδόκητοι πόνοι, πυρετός και πρήξιμο μετά την επέμβαση είναι όλες ενδείξεις ότι θα μπορούσατε να έχετε ένα χειρουργικό εργαλείο ή ένα κομμάτι από ένα εργαλείο ακόμα μέσα σας.
   Πόσο συχνά συμβαίνει αυτό; Μια μελέτη στο New England Journal of Medicine βρήκε ότι περίπου 1.500 Αμερικανοί έχουν αντικείμενα μέσα τους μετά από χειρουργική επέμβαση κάθε χρόνο.

    Η υπερθεραπεία έχει το δικό της ρόλο…
Πάρα πολλά φάρμακα, περιττές χειρουργικές επεμβάσεις, ακατάλληλες ιατρικές εξετάσεις ... δεν υπάρχει ίσως καμία άλλη κοινωνία που έχει υποβληθεί σε τόσο υπερβολική ιατρική περίθαλψη, και συχνά η «θεραπεία» καταλήγει να είναι χειρότερη από την ασθένεια.
   Υπολογίζεται ότι μέχρι και 30% του συνόλου των ιατρικών διαδικασιών, τεστ και φαρμάκων μπορεί να είναι περιττά - με κόστος τουλάχιστον $ 210,000,000,000 το χρόνο (συν το κόστος του συναισθηματικού πόνου και των σχετιζόμενων επιπλοκών, ακόμα και το θάνατο – πράγματα τα οποία είναι αδύνατον να μετρηθούν με αριθμούς ). Η New York Times, υπογράμμισε πρόσφατα επίσης αρκετά παραδείγματα αυτής της επιδημίας της υπερβολικής θεραπείας.
   Στο βιβλίο της, Υπερθεραπεία: Γιατί η υπερβολική ιατρική μας κάνει πιο άρρωστους και φτωχούς (Overtreated: Why Too Much Medicine Is Making Us Sicker and Poorer), η Shannon Brownlee εξήγησε επίσης ότι το ένα τρίτο της ιατρικής περίθαλψης που λαμβάνεται στα νοσοκομεία δεν κάνει τίποτα για να βελτιώσει την υγεία σας! Αυτό που συμβαίνει είναι ότι μπορεί να κάνετε συχνά ορισμένες ιατρικές εξετάσεις, λόγω του ότι απλά αυτή είναι η ειδικότητα του γιατρού σας, και όχι επειδή τις χρειάζεστε. Για παράδειγμα, αν έχετε έναν πόνο χαμηλά στην πλάτη και  συμβουλευτείτε διαφορετικές ειδικότητες θα πάρετε διαφορετικές εξετάσεις: ο ρευματολόγος θα ζητήσει εξετάσεις αίματος, ο νευρολόγος θα ζητήσει νευρολογικές εξετάσεις και ο χειρούργος θα ζητήσει αξονική και μαγνητική τομογραφία.
   Αλλά ανεξαρτήτως του τι εξετάσεις θα κάνετε, το πιο πιθανό είναι να καταλήξετε με μία σπονδυλοδεσία γιατί είναι ένα από τις "πιο προσοδοφόρες διαδικασίες στον τομέα της ιατρικής," λέει η Brownlee – παρόλο που το μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας στις σπονδυλοδεσίες είναι μόλις 25%!
   Αγγειοπλαστικές και ορισμένοι τύποι χημειοθεραπείας με παρόμοια χαμηλά ποσοστά επιτυχίας είναι εξίσου πιθανό να λάβουν χώρα, λέει η Brownlee, επειδή εκεί βασίζονται οι επενδύσεις των νοσοκομείων.


Απόσπασμα από Άρθρο του Δρ. Μέρκολα


Εάν κάποιος από εσάς αναρωτιέται μήπως αυτά συμβαίνουν μόνο στην Αμερική διαβάστε μερικά από τα παρακάτω άρθρα που βρήκαμε για σας:






Έρευνα για το άγχος των ιατρών και τα ιατρικά λάθη (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) Ένας στους 4 ιατρούς και ένας στους 3 ειδικευόμενους υποφέρει από επαγγελματική εξουθένωση (burnout) σύμφωνα με έρευνα διάρκειας 5 ετών που πραγματοποιήθηκε από το Εργαστήριο Υγιεινής της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ. και ολοκληρώθηκε το 2010. … Ειδικά, το 35% των ειδικευομένων και το 25% των νοσηλευτών εμφανίζουν αποπροσωποποίηση και κυνισμό που, συχνά, αγγίζει τα όρια της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς.
Το burnout προκαλεί χρήση αλκοόλ και ηρεμιστικών από ιατρούς, χρήση βίας στα νοσοκομεία, ιατρικά λάθη, παχυσαρκία, κατάθλιψη, ψυχοσωματικές παθήσεις καθώς και καρδιαγγειακές παθήσεις στους ιατρούς.

    Σε άλλα άρθρα θα διαβάσετε οτι 1 στους 16 ιατρούς στην Αμερική σκεφτεται την αυτοκτονία (!!!) και πολλά πολλά άλλα!


 Τι κάνουμε;


   Επειδή είναι μάλλον αδύνατον να προβλέψουμε αυτά τα ιατρικά λάθη και ακόμα πιο δύσκολο να αλλάξουμε τις γνώμες των φαρμακοβιομηχανιών, εκτός κι αν τους προσφέρουμε κάποια τρισεκατομμύρια το χρόνο απλά για να μην μας σκοτώνουν, όπως πάντα η καλύτερη θεραπεία, είναι η προληπτική θεραπεία.

    Το ζητούμενο δεν είναι να υποφέρετε και απλά να αποφεύγετε την επίσκεψη στο νοσοκομείο, ούτε και  το να μην κάνετε χρήση της ιατρικής φαρμακευτικής αγωγής. Όπως επίσης, ας μην ξεχνάμε οτι τα ιατρικά λάθη αποτελούν ποσοστό και όχι κανόνα. Η ελληνική κοινωνία υποφέρει από τις ακραίες τάσεις. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι με το παραμικρό σπεύδουν να πάρουν το μαγικό χάπι για τη λύση του προβλήματος και υπάρχουν εξίσου πολλοί που είναι της άποψης οτι στο νοσοκομείο μπαίνουμε μόνο για να αφήσουμε την τελευταία μας πνοή.

Ο σωστός δρόμος όμως, όπως πάντα άλλωστε, βρίσκεται στη μέση. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το έργο που έχει προσφέρει η ιατρική στην ανθρωπότητα, όπως δεν μπορούμε να παραλείψουμε όμως και τις εξισου καταστροφικές συνέπειές της.

    Σκοπός είναι να ζουμε με ισορροπία, τόσο σωματική όσο και νοητική. Είναι ισχυρή μας πεποίθηση. οτι ο πρωταρχικός λόγος που ασθενούν οι άνθρωποι είναι η νοητική ανισορροπία και αμέσως μετά καθοριστικό ρόλο παίζει ο τρόπος ζωής του συμπεριλαμβανομένου της διατροφής του. Είναι όμως στην πργματικότητα αυτά τα δύο ξεχωριστά; Μάλλον όχι. Βλέπουμε οτι μια συγκεκριμένη ψυχολογική κατάσταση οδηγεί τον άνθρωπο στην κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών και από την άλλη έχουμε δει οτι οι τροφές επηρεάζουν καθοριστικά τη ψυχολογία μας.

    Είναι απαραίτητο λοιπόν, η προληπτική ιατρική να περιλαμβάνει μια καλή ψυχολογική κατάσταση, άσκηση και ισορροπημένη διατροφή.

Επίσης, η παρακολούθηση κάποιας εναλλακτκής, φυσικής θεραπείας, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη πολλών ασθενειών. Βρείτε τη μέθοδο που σας ταιριάζει και βάλτε τη στη ζωή σας.

   Αν και πιστεύουμε οτι ο καθένας έχει το δικό του μοναδικό δρόμο προς την ισορροπία, εντούτοις σας προτείνουμε να διαβάσετε τα παρακάτω άρθρα τα οποία μπορούν να γίνουν σημαντικά εργαλεία για να βρείτε τον δικό σας μοναδικό τέλειο δρόμο προς την ολοκληρωμένη αληθινή υγεία.






Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013


ΘΟΡΥΒΟΣ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ


  ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    Το χειρουργείο  αποτελεί σήμερα μια περιοχή με υψηλή τεχνολογία και εντατική δραστηριότητα. Ανάμεσα στα άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα αυτού του χώρου, όπως ο τεχνητός φωτισμός, τα αναισθητικά αέρια, ο κίνδυνος μόλυνσης, η ηλεκτροπληξία κ.α. ο θόρυβος πιστεύεται ότι είναι λιγότερο σημαντικός γι’ αυτό και ερευνήθηκε λιγότερο από τα υπόλοιπα προβλήματα.

    Το κτίριο, τα μηχανήματα, τα εργαλεία και οι ανθρώπινες φωνές και συμπεριφορές είναι οι συνηθισμένες αιτίες που προκαλούν θόρυβο στο χειρουργείο. Η υψηλή στάθμη του θορύβου μέσα στις χειρουργικές αίθουσες αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζομένους και  τους ασθενείς. Αποτελεί σημαντικό παράγοντα ενόχλησης (Hilton Ba, 1985, Mc Daid,1990), ένα στρεσογόνο παράγοντα, γι' αυτό και πρέπει να αποφεύγεται στο περιβάλλον της χειρουργική αίθουσας, αφού σύμφωνα με τον ΠΟΥ οι νοσοκομειακοί ασθενείς και εργαζόμενοι επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα τις επιπτώσεις στο τρόπο διαχείρισης  του άγχους τους.


ΘΟΡΥΒΟΣ ΚΑΙ ΗΧΟΣ

    Ο θόρυβος ορίζεται ως κάθε ήχος τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν δυσάρεστο ή ανεπιθύμητο(Hodge&Thompson,1990). Αποτελεί δυσάρεστο ή ενοχλητικό ακουστικό αίσθημα που επιδρά δυσμενώς στην υγεία και την ποιότητα ζωής του ατόμου.

  Ηχορύπανση σύμφωνα με τον Μπαμπινιώτη (1998) είναι η μορφή υποβαθμίσεως του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής που οφείλεται σε υπερβολικούς σε αριθμό και ένταση θορύβους.

    Ο ήχος από άποψη φυσικής είναι ένα κυματικό φαινόμενο που έχει την ικανότητα να διεγείρει το αισθητήριο της ακοής, το αυτί. Τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι η συχνότητα και η ένταση. Το ους διεγείρεται από ηχητικά κύματα με συχνότητα περίπου 16Hz μέχρι 2000Hz και ένταση 0 εως 120 dB και είναι μετρήσιμο μέγεθος με ειδικό όργανο, το ηχόμετρο.

    Παρά τη μεγάλη ανάγκη για παρατήρηση των αρνητικών επιπτώσεων του θορύβου στον άνθρωπο, οι πρώτες προσπάθειες για ρύθμιση του θορύβου και καταγραφή των επιπτώσεων του στη χειρουργική αίθουσα καταγράφηκαν για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1970. Το 1972 οι Shapiro και Baland ήταν οι πρώτοι που κατέγραψαν την ένταση του θορύβου και κατέταξαν την ηχορύπανση τρίτη στη σειρά μετά την ατμοσφαιρική ρύπανση και τη ρύπανση των υδάτων.

    Την ίδια χρονιά το National Institute for Occupational Safety and Health (NIOSH) των ΗΠΑ δημοσίευσε το Criteria for a recommended Standard: Occupational exposure to Noise όπου περιγράφονται πρότυπα για τον έλεγχο του θορύβου στο χώρο εργασίας. Επισημαίνει ότι  τα επιτρεπόμενα όρια για την ένταση του θορύβου είναι 35dB κατά τη διάρκεια της νύκτας και 40dB την ημέρα. Η υπέρβαση των ορίων αυτών μπορεί να επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα στην ψυχολογική κατάσταση των εργαζομένων, όσο και στην ασφάλεια των ασθενών, λόγω λαθών που μπορεί να συμβούν από μέρους των επαγγελματιών υγείας.


ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΟΡΥΒΟΥ

  Το νοσηλευτικό επάγγελμα δεν ήταν ποτέ απαλλαγμένο από τις επιπτώσεις του θορύβου. Η Florence Nightingale παρατήρησε ότι υπάρχει σχέση μεταξύ του θορύβου και της δυσφορίας των ασθενών(Nightingale, 1969). Εξάλλου η δημιουργία  περιβάλλοντος απαλλαγμένο από θορύβους ενισχύει τις  θεραπευτικές δυνατότητες των νοσηλευτών (Pope, 1995). Σήμερα, οι νοσηλευτές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό του περιβάλλοντος στα χειρουργεία. Ελέγχοντας τον υπερβολικό θόρυβο ενισχύουν το περιβάλλον όχι μόνο για το χειρουργικό ασθενή, αλλά επίσης και για το προσωπικό του χειρουργείου.

   Απότομη αύξηση του θορύβου προκαλεί αιφνιδιασμό και παροδικές αντανακλαστικές επιδράσεις στο αυτόνομο νευρικό σύστημα. Η παρατεταμένη έκθεση στα ηχητικά ερεθίσματα επιδρά επίσης στο νευροφυτικό σύστημα ενώ η μακροχρόνια έκθεση θεωρείται νοσογόνος και ενοχοποιείται για ελάττωση ακοής και ψυχολογικές διαταραχές όπως εκνευρισμός, ελάττωση απόδοσης στην εργασία, αδυναμία συγκέντρωσης, κόπωση, γρήγορη έλευση επαγγελματικής εξουθένωσης κλπ. Η χρόνια έκθεση σε υψηλής έντασης θόρυβο αυξάνει τη συχνότητα των ατυχημάτων, ενώ προκαλεί παθολογικές βλάβες στο καρδιαγγειακό, γαστρεντερολογικό και νευροδιεγερτικό  σύστημα.

    Σύμφωνα με την ξένη βιβλιογραφία οι άνδρες όταν εκτίθενται σε ψηλή στάθμη θορύβου νιώθουν δυσαρέσκεια για την εργασία και οξυθυμία, ενώ οι γυναίκες υποφέρουν από ψυχοσωματικές διαταραχές, άγχος και κατάθλιψη.

   Ο οργανισμός σαν απάντηση στο στρες του θορύβου αυξάνει την έκκριση αδρεναλίνης και Νορ-αδρεναλίνης, την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό ρυθμό.

   Η πιο σοβαρή όμως επίδραση του θορύβου είναι η μείωση της επικοινωνίας (Hodge&Thompson, 1990). Η εξασθενημένη επικοινωνία λόγω του εκτεταμένου υποβάθρου του θορύβου μπορεί να οδηγήσει στο φαινόμενο Lombard όπου η  ομιλία ανυψώνεται για την εξουδετέρωση του θορύβου. Η κλιμακωτή ανύψωση των φωνών και ήχων, σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί βελτίωση στην επικοινωνία μπορεί να προσθέσει ψυχολογικό στρες πάνω στο φυσιολογικό στρες της εργασίας. Σύμφωνα με τους Kam και συν., η ψυχολογική αντίδραση της ενόχλησης μπορεί να εμφανιστεί τόσο από το θόρυβο όσο και την εξασθένιση της επικοινωνίας. Αυτή η αντίδραση ενόχλησης μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της  ικανότητας για εκτέλεση πολλαπλών καθηκόντων.

   

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ

    Παρά το γεγονός ότι τα επίπεδα θορύβου που έχει αναγνωριστεί ως επιβλαβής για τον άνθρωπο, για τουλάχιστον 2.500 χρόνια, και παρά την τεχνολογική πρόοδο, τα επίπεδα θορύβου στα νοσοκομεία και στα χειρουργεία έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να είναι δυνητικά επιβλαβείς για τους ασθενείς και το προσωπικό(Kam et al., 1994).Τα χειρουργεία  παραμένουν εκτεθειμένα  στην ηχορύπανση. Τόσο το προσωπικό όσο και οι ασθενείς εκτίθενται σε διάφορους ήχους. (Hodge&Thompson, 1990).

    Στα χειρουργεία ο θόρυβος δεν πρέπει να ξεπερνά τα 45-50dB. Ο ελαφρύς ψίθυρος έχει μετρηθεί στα 20dB, η χαμηλόφωνη συζήτηση στα 30dB, συνηθισμένη συζήτηση στα 40dB, τηλέφωνο 70dB, τα alarm των μηχανημάτων και η συσκευή αναρρόφησης στα 75-80dB κλπ. Κατά τη διάρκεια της μελέτης των Hodge και Thompson η υψηλότερη μέτρηση έντασης ήχου που καταγράφηκε για ένα συγκεκριμένο συμβάν κατά τη διάρκεια μιας χειρουργικής επέμβασης ήταν στα 108dB (A), όταν ένα μεταλλικό μπολ έπεσε στο πάτωμα.

   

ΠΗΓΕΣ ΘΟΡΥΒΟΥ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ

   Η έλλειψη ησυχίας στα νοσοκομεία αλλά και τα χειρουργεία είναι γεγονός. Η εποχή που τα νοσοκομεία χτίζονταν έξω από τις πόλεις για να υπάρχει γαλήνη και περιβάλλον ανάρρωσης είναι παρελθόν. Οι πινακίδες με την ένδειξη Ησυχία περνούν απαρατήρητες. Ο λειτουργικός εσωτερικός θόρυβος στα νοσοκομεία προέρχεται από το νοσοκομειακό εξοπλισμό, τις κινήσεις των ασθενών, επισκεπτών και εργαζομένων, τις απαραίτητες ή μη ιατρονοσηλευτικές δραστηριότητες , ομιλίες, πόρτες, ασανσέρ κλπ.

    Έτσι και στο περιβάλλον του δύσκολου και απαιτητικού εργασιακού χώρου του χειρουργείου με τους υφιστάμενους επαγγελματικούς κινδύνους έρχεται να προστεθεί ακόμη ένας, ο θόρυβος.

  Στις πηγές θορύβου στο χειρουργείο περιλαμβάνονται: η περίοδος προετοιμασίας της επέμβασης, η μετακίνηση τροχήλατων και μηχανημάτων, το άνοιγμα και κλείσιμο των εισόδων στην αίθουσα του χειρουργείου, η μετακίνηση μεταλλικών εργαλείων και η πτώση αυτών, η λειτουργία αναρρόφησης και διαθερμίας, οι αναπνευστήρες, τα monitor παρακολούθησης των ασθενών, τα διάφορα alarm των μηχανημάτων, ορθοπεδικά τρυπάνια, οι συνομιλίες του προσωπικού, οι κλίβανοι, τα τηλέφωνα κλπ.

    Οι πηγές θορύβου μπορούν να διαιρεθούν σε 2 κατηγορίες α) αυτές που σχετίζονται με τη χρήση εξοπλισμού και β) αυτές που σχετίζονται με τη συμπεριφορά του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού.


ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

   Λίγοι ερευνητές έχουν καταγράψει τα επίπεδα θορύβου στα χειρουργεία κατά την τελευταία δεκαετία, Σε αντίθεση με άλλα εργασιακά και μη περιβάλλοντα, όπου οι επιδράσεις του θορύβου που συνδέονται με το ανθρώπινο σώμα, την απόδοση εργασίας, και απώλεια ακοής έχουν μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό.

  Στη μελέτη του Christensen M. το 2004 η συμπεριφορά του προσωπικού στο χώρο του χειρουργείου ενοχοποιείται ως η κύρια πηγή θορύβου στην χειρουργική αίθουσα, ενώ ο αριθμός των εργαζομένων και ο αριθμός των μελών που είναι παρόντες κατά τη διάρκεια μιας χειρουργικής επέμβασης έχουν συσχετιστεί με το θόρυβο, επισημαίνοντας ότι το 95% του θορύβου στο χειρουργείο αφορά τις δραστηριότητες του προσωπικού.

   Ο Hodge (1990) μέτρησε στα χειρουργεία πολύ ψηλή στάθμη θορύβου (108dB) και βρήκε ότι η προετοιμασία της εγχείρησης είναι ο πιο θορυβώδης χρόνος.

   Ο  Mirbod (1988) μελέτησε τις επιδράσεις από τα ορθοπεδικά εργαλεία, πριόνια και τρυπάνια υψηλών ταχυτήτων, καθώς τα εργαλεία αυτά προκαλούν θόρυβο ταυτόχρονα με δόνηση, εκφράζοντας φόβους για τραυματική βλάβη στους εργαζομένους και πρότεινε να κάνουν συχνή ακουομέτρηση. Η Τσίου (1999) αναφέρει ότι τα ορθοπεδικά εργαλεία ηλεκτρονικού τύπου, τρυπάνι και κόπτης, που έχουν μετασχηματιστή, δεν ξεπερνούν σε θόρυβο τα 88db, σε αντίθεση με τα αντίστοιχα μηχανήματα που λειτουργούν με αέρα και εκλύουν θόρυβο πάνω από 97 db.

 Το ορθοπεδικό χειρουργείο θεωρείται περισσότερο επικίνδυνο για το ακουστικό νεύρο των εργαζομένων, αφού διαπιστώνεται ότι είναι το πλέον θορυβώδες, εξαιτίας των χειρουργικών εργαλείων που χρησιμοποιεί. (Efthimiatos και συν.2008) Αντίθετα το οφθαλμολογικό χειρουργείο είναι το πιο ήσυχο, αφού απασχολεί τα πιο λίγα άτομα, αλλά και αθόρυβα, μικρά εργαλεία εμπλέκονται κατά τη διάρκεια των οφθαλμολογικών επεμβάσεων. (Lewis 1995)

    Η μελέτη του Willet (1991) επιβεβαιώνει τον κίνδυνο θορυβοπροκαλούμενη απώλεια ακοής στο προσωπικό του ορθοπεδικού χειρουργείου αφού ο αέρας υπό πίεση και τα ηλεκτρικά εργαλεία αυξάνουν κατά πολύ τα επίπεδα θορύβου.   

   Ο Kamal (1990) ερευνώντας τα ορθοπεδικά χειρουργεία ισχυρίζεται ότι το 50% των νοσηλευτών με προϋπηρεσία 2 έως 15 χρόνια στα ορθοπεδικά χειρουργεία πάσχουν από θορυβοπροκαλούμενη απώλεια ακοής γι’ αυτό και οι νοσηλευτές πρέπει να εναλλάσσονται στα χειρουργεία των διαφόρων ειδικοτήτων.

    Οι επιπτώσεις του θορύβου στους επαγγελματίες υγείας και στην ασφάλεια των ασθενών, σύμφωνα με τους Primus και συν. 2007 και Τσιου και συν. 2008, είναι πολλές.

   Η παρεμπόδιση της ομαλής επικοινωνίας των μελών της αναισθησιολογικής και χειρουργικής ομάδας είναι το κυριότερο εύρημα των μελετών αυτών. Ο θόρυβος μπορεί να προκαλέσει αποδιοργάνωση και ταραχή, παρεμποδίζοντας την ευκρίνεια της ομιλίας και την πλήρη κατανόηση των λεκτικών μηνυμάτων και οδηγιών, με αποτέλεσμα την εμφάνιση του φαινόμενου Lompard.

    Ως πηγή άγχους για το προσωπικό, ο θόρυβος επηρεάζει τη συγκέντρωση και την πνευματική κατάσταση των εργαζομένων, ενώ επιδρά αρνητικά στην απόδοση στην εργασία τους. Ο Park και συν. 1994 επισημαίνουν ότι η λεκτική επικοινωνία μπορεί να παρεμποδιστεί δυσχεραίνοντας έτσι τη συνεργασία και συνεννόηση του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού. Ακόμη τα ψηλά επίπεδα θορύβου μπορεί να καλύψουν ηχητικά σήματα και συναγερμούς ιδιαίτερης σημασίας με κίνδυνο στην ασφάλεια των ασθενών.  

  Οι Weinger και Englund (1990) διαπίστωσαν ότι οι επιπτώσεις του θορύβου στην απόδοση της εργασίας εξαρτάται από τον τύπο του θορύβου και την εργασία που εκτελείται, ενώ ο Murthy και συν. 1995 βρήκαν ότι η εκτέλεση δύσκολων  εργασιών- καθηκόντων  που απαιτούν υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης επηρεάζονται αρνητικά από τα αυξημένα επίπεδα θορύβου.

   Είναι γνωστό ότι η δουλειά των νοσηλευτών χειρουργείου απαιτεί μεγάλη προσοχή, αφού συνδέεται με την εκτέλεση  δύσκολων καθηκόντων. Έτσι τα επίπεδα του θορύβου στο χειρουργείο επισημαίνουν θα μπορούσε να είναι ένας παράγοντας που δρα αρνητικά στην αποτελεσματική εκτέλεση αυτών  των καθηκόντων.

   Τα πιο πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα των Kurmann και συν. 2011 και Beldi και συν. 2009 ενοχοποιούν το θόρυβο στη χειρουργική αίθουσα για την εμφάνιση χειρουργικών λοιμώξεων. Το εύρημα αυτό έχει συσχετιστεί με τη γενικότερη συμπεριφορά του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού στο χώρο του χειρουργείου. Ο θόρυβος εντείνει τα επίπεδα άγχους των εργαζομένων και επηρεάζει αρνητικά τη συμπεριφορά και τη συγκέντρωση τους, με αποτέλεσμα τα συχνά και ακούσια λάθη που σχετίζονται με την έκθεση των ασθενών σε λοιμοξιογόνους παράγοντες.

   Στους περιεγχειρητικούς ασθενείς η ηχορύπανση μπορεί να αυξήσει το άγχος πριν από την αναισθησία αλλά και κατά τη διάρκεια του χειρουργείου σε περιπτώσεις που δεν είναι απαραίτητη η βαθιά νάρκωση. Ο προεγχειρητικός ασθενής εκτίθεται στο θόρυβο του διαδρόμου, λόγω έλλειψης προθαλάμου στις χειρουργικές αίθουσες. Έτσι ο θόρυβος του διαδρόμου στα χειρουργεία σε συνδυασμό με τις έντονες συνομιλίες του προσωπικού προκαλεί εκνευρισμό στον αναμένοντα ασθενή προ της εισαγωγής του στη νάρκωση. Στον βαθιά αναισθητοποιημένο ασθενή, δεν είναι γνωστό κατά πόσο επιδρά πάνω του ο θόρυβος  στο χειρουργείο.


 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ

   Κατά τα τελευταία 30 χρόνια η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν προσφέρει στη νοσηλευτική και ιατρική αμέτρητα νέα εργαλεία και μηχανήματα, τα οποία έχουν διευκολύνει τις χειρουργικές επεμβάσεις, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της παρεχόμενης θεραπείας και φροντίδας των ασθενών. Δυστυχώς όμως αυτή η πρόοδος συνδέεται και με αντίστοιχους θορύβους οι οποίοι προκύπτουν από τη χρήση αυτών των εργαλείων και μηχανημάτων.

   Η αφθονία δραστηριοτήτων στο χειρουργείο έχει σαν αποτέλεσμα η στάθμη του θορύβου που εκπέμπεται από αυτές τις δραστηριότητες να δημιουργεί μια απόσπαση της προσοχής των εργαζομένων στο χειρουργείο, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει σε μικρότερο βαθμό επαγρύπνησης και στη δημιουργία λαθών. Επίσης η αυξημένη στάθμη θορύβου μπορεί να επηρεάσει τους εργαζόμενους λόγω των πολλών φυσιολογικών και ψυχολογικών επιπτώσεων στο ανθρώπινο σώμα. Η εργασία στο χειρουργείο είναι δύσκολο έργο όμως όπου ακόμα και η στιγμιαία απώλεια συγκέντρωσης και εγρήγορσης μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες για τον ασθενή.

  Η μείωση του επιπέδου του θορύβου στο χειρουργείο είναι ζωτικής σημασίας, για αύξηση της ικανότητας των εργαζομένων στο χώρο αυτό ώστε να παραμένουν επικεντρωμένοι στην αποτελεσματική φροντίδα του ασθενή και γενικά αύξηση της ικανότητας τους για αποτελεσματική διαχείριση της εργασίας τους.  

    Υπογραμμίζεται η ανάγκη εφαρμογής προγραμμάτων εκπαίδευσης με στόχο την τροποποίηση της συμπεριφοράς του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, που έχουν ως επακόλουθο τη μείωση του επιπέδου θορύβου στο χειρουργείο. Τα προγράμματα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν διαλέξεις και συζητήσεις για την ηχορύπανση και τις επιπτώσεις της τόσο στους ασθενείς όσο και στους ίδιους τους εργαζόμενους, ώστε να περιοριστούν οι συμπεριφορές που μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα θορύβου στο χειρουργείο.

    Όλο το προσωπικό στο χώρο του χειρουργείου πρέπει να ευαισθητοποιηθεί για τις αρνητικές επιπτώσεις του θορύβου με στόχο την εφαρμογή μέτρων περιορισμού του προβλήματος για ένα περισσότερο ασφαλές περιβάλλον εργασίας και Περιεγχειρητική φροντίδας.

    Ο θόρυβος πρέπει να μειωθεί. Σε πρόσφατες μελέτες αναφέρεται ότι τα παλιά κτίρια είναι πιο θορυβώδη από ότι τα καινούρια. Συνεπώς η συντήρηση των παλαιών κτιρίων και η ηχοακουστική μελέτη στα υπό κατασκευή χειρουργεία είναι απαραίτητα μέτρα για την αποτελεσματική καταπολέμηση του θορύβου στο περιβάλλον του χειρουργείου. Οπόταν μια πιο σύγχρονη προσέγγιση του προβλήματος μπορεί να δώσει λύσεις. Ακόμα και κατά τον σχεδιασμό των χειρουργείων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και ο θόρυβος. Μέσα από τον εργονομικό σχεδιασμό και από μια σειρά παρεμβάσεων που αφορούν τη διαμόρφωση του χώρου, του εξοπλισμού αλλά και τη συμπεριφορά των εργαζομένων στο χώρο, η λύση για μείωση της έντασης του θορύβου είναι εφικτή.

    Η μείωση των άσκοπων συνομιλιών, έντονων συζητήσεων και η σωστή επιλογή και διαχείριση των εργαλείων και μηχανημάτων, αλλά και η σωστή και έγκαιρη συντήρηση τους μπορούν να συμβάλουν στη σωστή διαμόρφωση του ακουστικού περιβάλλοντος στο χειρουργείο και να περιορίσουν σε ένα βαθμό το θόρυβο. Για παράδειγμα ο εξοπλισμός είναι πιο αθόρυβος όταν κυλά με καλά συντηρημένους και λαδωμένους τροχούς παρά όταν σύρεται. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη μικρή κοινωνία του χειρουργείου όπου όλες οι δραστηριότητες και τα συναισθήματα φαίνεται να έχουν ένταση, σημαντική πτυχή είναι και η οργάνωση σεμιναρίων διαχείρισης θυμού, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει ηχορύπανση και εμπόδια στη αποτελεσματική λειτουργικότητα των εργαζομένων στο χειρουργείο.

    Η τροποποίηση και υιοθέτηση μιας νέας συμπεριφοράς είναι απλά μέτρα πρόληψης και δεν χρειάζονται ούτε οικονομικές δαπάνες ούτε ειδικό εξοπλισμό.

     Η εγκατάσταση συστημάτων ενδοεπικοινωνίας συμβάλλει σημαντικά στη μείωση του θορύβου λόγων των περιττών κινήσεων του προσωπικού στο χώρο.

    Το προσωπικό του χειρουργείου πρέπει να εκπαιδευτεί στην καταπολέμηση του θορύβου και σε σχέση με τους συναγερμούς των μηχανημάτων να προβαίνει στη σωστή ρύθμιση του ήχου τους. Τα μηχανήματα πρέπει να κλείνουν μετά τη χρήση τους αφού η άσκοπη λειτουργία τους συμβάλλει στο περιττό θόρυβο.

    Οι ασθενείς όταν πρέπει να υποβληθούν σε περιοχική αναισθησία θα πρέπει να ενημερώνονται προεγχειρητικά για το θόρυβο που προέρχεται από τη χρήση των εργαλείων στη χειρουργική αίθουσα ώστε να αποφεύγεται ο αιφνιδιασμός. Η δυνατότητα χρήσης ωτοασπίδων ή να ακούνε χαμηλή και ήρεμη μουσική πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

   Τέλος η διάθεση για προστασία της υγείας των νοσηλευτών και η ανάγκη για προαγωγή του νοσηλευτικού επαγγέλματος αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την ασφαλέστερη εκτέλεση του έργου των νοσηλευτών.

     Τελειώνοντας αξίζει η αναφορά στο άρθρο του JAMES GEARY στο περιοδικό ΤΙΜΕ με τίτλο MAD ABOUT NOISE όπου γράφει το εξής

NOISE POLLUTION

CAN

DAMAGE YOUR HEALTH

AND

SHATTER YOUR PEACE OF MIND.

BUT THERE WAYS TO

TURN IT DOWN AND TUNE IT OUT.





   




Τρίτη 5 Ιουλίου 2011


Ο ρόλος της συνεχούς εκπαίδευσης στους Νοσηλευτές
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Νοσηλευτική για να είναι ανταγωνιστική και να είναι σε θέση να προσφέρει υψηλής ποιότητας νοσηλευτική φροντίδα που είναι η απαίτηση των καιρών αλλά και επιδίωξη και επιθυμία του ίδιου του νοσηλευτικού προσωπικού, πρέπει να προσαρμοστεί στις εξελίξεις και αλλαγές του περιβάλλοντός της. Πρέπει παράλληλα στο πλαίσιο αυτής της λογικής να ικανοποιηθεί η προσωπική ανάγκη των νοσηλευτών για ανανέωση και αναδόμηση της επαγγελματικής τους κατάρτισης που να στηρίζεται σε σύγχρονες μεθόδους νοσηλευτικής εργασίας. Φαίνεται ότι ο θεσμός της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης αποσκοπεί και επιτυγχάνει την ανάπτυξη του νοσηλευτικού προσωπικού – ατομική και επαγγελματική, έτσι ώστε αυτό να είναι σε θέση να παρέχει ποιοτική νοσηλευτική φροντίδα (Morris και Turnbull, 2004).
Αναγνωρίζεται σήμερα ότι οι αλλαγές στο χώρος της Υγείας, οι τεχνολογικές εξελίξεις, η ραγδαία εξέλιξη των επιστημών, η συσσώρευση νέων πληροφοριών και η καινούργια γνώση στη διαδικασία της μάθησης καθιστούν την συνεχιζόμενη εκπαίδευση στο χώρο της Νοσηλευτικής σημαντική αλλά και επιτακτική ανάγκη. (Παπαδημητρίου και συνεργάτες, 2003). Παρά την αύξηση της διάρκειας της πρωτοβάθμιας, της δευτεροβάθμιας και της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, η γνώση και οι δεξιότητες που αποκτούνται δεν είναι συνήθως επαρκείς για μια επαγγελματική σταδιοδρομία που θα διαρκέσει τρεις έως τέσσερις δεκαετίες.
Γι’ αυτό και ο θεσμός της Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης που αναπτύχθηκε και εδραιώθηκε στο Δυτικό Κόσμο τις τελευταίες δεκαετείες είχε ως βάση και αφετηρία τη ‘δια βίου μάθηση’ που είχε αναπτύξει και προβάλει στην αρχαία Ελλάδα ο φιλόσοφος Σωκράτης και η οποία αντανακλάται στη φράση του ‘γηράσκω αεί διδασκόμενος.
Αναγνωρίζεται σήμερα πως η απόκτηση αναβαθμισμένων και επαρκών γνώσεων σημαίνει αναπόφευκτα απόκτηση δύναμης, καταξίωσης, κύρους και αποδεκτής δημόσιας εικόνας, και αυτά μπορούν να εξασφαλιστούν σε μεγάλο βαθμό από την εφαρμογή του θεσμού της συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης στη Νοσηλευτική.
Η αναγνώριση της σημασίας που έχει η εφαρμογή του θεσμού της Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης χρειάζεται εμπειρικές και επιστημονικές αποδείξεις. Μελέτες άρχισαν να διεξάγονται σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες και στις Ηνωμένες Πολιτείες συμφωνούν μεταξύ τους ότι η Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, όταν διεξάγεται και εφαρμόζεται σύμφωνα με ορισμένες αρχές είναι αποτελεσματική και προσκομίζει ουσιαστικά οφέλη στη Νοσηλευτική και στο νοσηλευτικό προσωπικό (Myer and Elliot, 1999).
1. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ-Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΧΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Σ.Ν.Ε)

1.1 Αναγκαιότητα για Συνεχή Εκπαίδευση (Σ.Ε.)
Η Συνεχής Εκπαίδευση (Σ.Ε.) είναι μια συναρπαστική πρόκληση όχι μόνο για τον επιστήμονα – επαγγελματία, αλλά και για τον εργαζόμενο στις μικρές ή μεγάλες επιχειρήσεις, που καλείται να υιοθετήσει την άποψη ότι η μάθηση είναι εφ’ όρου ζωής ανάγκη.
Έτσι η ύπαρξη προγραμμάτων Συνεχούς Εκπαίδευσης αποτελεί περισσότερο από ποτέ μια αναγκαιότητα για την διασφάλιση και πιστοποίηση της ικανότητας και της αποτελεσματικότητας του νοσηλευτικού προσωπικού, η οποία έχει γίνει αποδεκτή σαν ανθρώπινο δικαίωμα και κοινωνική ανάγκη (Λανάρα, 1997).
Η σπουδαιότητα της Σ.Ε. για τους Νοσηλευτές έχει επανειλημμένα τονιστεί διεθνώς , μέσα από τη σχετική βιβλιογραφία, και αναγνωρίζεται από διάφορους επαγγελματικούς συνδέσμους (ANA, AACN, ENB). Το βασικό επιχείρημα είναι ότι ο Νοσηλευτής θα πρέπει όχι μόνο να διαθέτει επαρκείς γνώσεις και δεξιότητες όταν εισέλθει στο επάγγελμα, αλλά και να διατηρεί αυτή την επάρκεια και κατά την επαγγελματική του σταδιοδρομία. Ο κάθε Νοσηλευτής τονίζεται ότι θα πρέπει να κατανοεί την ανάγκη να εκσυγχρονίζει και να επεκτείνει τις γνώσεις και τις δεξιότητες του, και επίσης να είναι σε θέση να εκτιμήσει τις προσωπικές του μαθησιακές και γνωστικές ανάγκες (Ferguson 1994,).
Εξάλλου η μάθηση δεν είναι μόνο η απλή απορρόφηση πληροφοριών, γεγονότων και θεωριών, αλλά και η ανάπτυξη του κριτικού τρόπου σκέψης, ώστε να αντιμετωπίζουμε την υπεραφθονία των πληροφοριών που μας κατακλύζουν (Διοικητικό Συμβούλιο ΠΑΣΥΝΜ, 2007) . Με την προοπτική της βελτίωσης της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας και της ασφάλειας των ασθενών επιβάλλεται όλοι οι Νοσηλευτές να συμμετέχουν ενεργά στην ανάπτυξη της γνώσης και της Νοσηλευτικής πρακτικής, συμμετέχοντας στα προγράμματα Σ.Ε. είτε σε εθελοντική βάση είτε σε υπηρεσιακή.
1.2 Συνεχής Εκπαίδευση - Επιμόρφωση
Ο όρος Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση (Σ.Ε.) και της Συνεχιζόμενης Νοσηλευτικής Εκπαίδευσης (Σ.Ν.Ε.), δηλώνει μια διαρκή και ατέλειωτη θητεία στη μάθηση και αναφέρεται στην προσπάθεια που καταβάλλεται από διάφορούς φορείς αλλά και από το ίδιο το άτομο, για απόκτηση νέων γνώσεων, πέρα από τις αποκτηθείσες μέσω της βασικής εκπαίδευσης. Πρόκειται για μια διαδικασία που ξεκινά μετά το τέλος των σπουδών και διαρκεί για όλη τη ζωή του ατόμου (Λανάρα, 1997).
Η Συμβουλευτική Επιτροπή για την Εκπαίδευση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθόρισε τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση ως μέσο διατήρησης και εκσυγχρονισμού της νοσηλευτικής γνώσης και των δεξιοτεχνιών καθ’ όλο το διάστημα της επαγγελματικής ζωής. Αρχίζει με τη συμπλήρωση των προπτυχιακών νοσηλευτικών σπουδών και δεν οδηγεί σε επίσημο δίπλωμα. Είναι η “ διαρκής ανανέωση των γνώσεων που έχει αφετηρία τη λήψη του βασικού πτυχίου και επεκτείνεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής, με απώτερο σκοπό τη βελτίωση της ολιστικής και εξατομικευμένης φροντίδας του ασθενούς. Στηρίζεται κυρίως σε οργανωμένες εκπαιδευτικές δραστηριότητες ακαδημαϊκού ή μη χαρακτήρα, ενώ παράλληλα δεν περιορίζει και την ανάπτυξη της ατομικής πρωτοβουλίας” (Λανάρα, 1995).
Το Διεθνές Συμβούλιο Νοσηλευτικής (ICN, 2006) αναφέρεται στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες τις οποίες ο λειτουργός υγείας αναλαμβάνει μετά το τέλος της βασικής επαγγελματικής κατάρτισης, οι οποίες επεκτείνονται μέχρι το τέλος της επαγγελματικής του καριέρας και στοχεύουν στην προσφορά αναβαθμισμένης και ποιοτικής φροντίδας, καθώς επίσης και την ικανοποίηση των επαγγελματικών του στόχων.
Ο Σύνδεσμος Αμερικανών Νοσηλευτών – American Nurses Association (ANA, 2000.) ορίζει τη Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση ως μια διαδικασία η οποία συνιστάται από “συστηματικές επαγγελματικές μαθησιακές δραστηριότητες σχεδιασμένες να αυξήσουν τη γνώση, δεξιότητες και στάσεις του νοσηλευτικού προσωπικού και ως εκ τούτου να εμπλουτίσουν τη συνεισφορά του στην ποιότητα της φροντίδας υγείας και την επίτευξη των στόχων της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας.”
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), ο περισσότερο αναγνωρισμένος ορισμός της Σ.Ν.Ε., πρόκειται για εκπαίδευση την οποία ο λειτουργός υγείας αναλαμβάνει μετά το τέλος της βασικής επαγγελματικής κατάρτισης ή οποιασδήποτε πρόσθετης προηγμένης εκπαίδευσης, γενικής ή ειδικότητας, για βελτίωση της ικανότητας εφαρμογής και όχι για απόκτηση νέου διπλώματος ή άδειας άσκησης επαγγέλματος (Euro Reports and Studies 1980).

1.3 Δια Βίου Εκπαίδευση και Νοσηλευτική Ανάπτυξη
Η Νοσηλευτική επαγγελματική ανάπτυξη είναι η “δια βίου διεργασία της ενεργητικής συμμετοχής των νοσηλευτών/ νοσηλευτριών σε μαθησιακές δραστηριότητες οι οποίες βοηθούν στην ανάπτυξη και συντήρηση των ικανοτήτων τους, εμπλουτίζουν την επαγγελματική τους πρακτική και υποστηρίζουν την επίτευξη των στόχων της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας” (American Nurses Association, 2000). Ο εμπλουτισμός και η διεύρυνση της αποκτηθείσας γνώσης, με άλλα λόγια η συνεχής ή δια βίου μάθηση, αποτελεί το βασικό συστατικό στη βελτίωση και ανάπτυξη της Νοσηλευτικής.
Η ανάπτυξη του προσωπικού, η ακαδημαϊκή και η συνεχιζόμενη εκπαίδευση είναι όλα μέρη της νοσηλευτικής επαγγελματικής ανάπτυξης και το καθένα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο επειδή μέσα απ’ αυτά το νοσηλευτικό προσωπικό αποκτά γνώσεις και αυτοπεποίθηση για παροχή ποιοτικής νοσηλευτικής φροντίδας. Η Academy of Medical – Surgical Nurses (AMSN) στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει δεσμευτεί να παρέχει συνεχιζόμενη εκπαίδευση στο νοσηλευτικό προσωπικό σε όσο το δυνατόν περισσότερες μορφές (Russell, 2004).
1.4 Θεσμική υιοθέτηση της Σ.Ν.Ε από τα διάφορα επαγγελματικά σώματα
Η διάρκεια της νοσηλευτικής γνώσης κυμαίνεται από 2 έως 5 χρόνια (Ferrell, 1998) γεγονός που φανερώνει την ανάγκη γοργού ρυθμού απόκτησης νέας γνώσης ώστε να μπορεί ο επαγγελματίας να ανταπεξέλθει στις σύγχρονες εξελίξεις στο χώρο της υγείας.
Ο Α.Ν.Α (Α.Ν.Α.2000) τοποθετεί την ιδέα μέσα στα πρότυπα πρακτικής για την επαγγελματική ανάπτυξη. Τα πρότυπα τονίζουν την ευθύνη των νοσηλευτών για τη δια βίου μάθηση, διατηρώντας και βελτιώνοντας έτσι την επαγγελματική τους επάρκεια, αλλά και τις επαγγελματικές του γνώσεις και δεξιότητες. Παρόμοιες απόψεις υιοθετεί και ο Βρετανικός Σύνδεσμος Νοσηλευτών (UKCC, 1992). Το σημαντικό είναι ότι και οι δύο σύνδεσμοι δίνουν έμφαση στην υποχρεωτική παρά στην εθελοντική συμμετοχή σε προγράμματα Σ.Ε. και έχουν σχεδιάσει προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης για τους επαγγελματίες νοσηλευτές.
Το συμβούλιο Νοσηλευτική και Μαιευτικής στην Αγγλία (2004) έχει εισάξει το θεσμό τη μετα-εκπαιδευτικής εγγραφής και πρακτικής (PREP-Post-Registration Education and Practice) στο μητρώο.
Οι οδηγίες του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και συμβουλίου (2005) τονίζουν την ιδιαίτερη σημασία της δια βίου μάθησης ενισχύοντας έτσι την σπουδαιότητα της Σ.Ν.Ε. και εναποθέτουν την ευθύνη στα κράτη μέλη να αποφασίσουν τους όρους με τους οποίους οι επαγγελματίες υγείας θα ενημερώνονται για την τεχνολογική και επιστημονική πρόοδο, για χάρη της Σ.Ε.
1.5 Σκοποί της Σ.Ν.Ε.
Η Σ.Ν.Ε. είναι ηθική υποχρέωση και ευθύνη κάθε επαγγελματία που προσφέρει φροντίδα. Σκοπός της Σ.Ν.Ε. είναι να κτίσει επάνω στην βασική εκπαίδευση και εμπειρικές βάσεις του νοσηλευτικού προσωπικού για να προάγει την κλινική, διοικητική, διδακτική, και ερευνητική γνώση και δεξιότητες για την βελτίωση της δημόσιας υγείας (Σουρτζή, 2001).
Ο πρωταρχικός φυσικά σκοπός της Σ.Ν.Ε. στη νοσηλευτική είναι η βελτίωση της παρεχόμενης φροντίδας του ασθενούς.
Στόχος και επιδίωξη της επιμόρφωσης στο νοσηλευτικό χώρο είναι βέβαια και η προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη των νοσηλευτών, αλλά κυρίως η ενημέρωση τους επί των νέων εξελίξεων στα θέματα υγείας, πρόληψης της νόσου, διάγνωσης, νοσηλείας, θεραπείας και αποκατάστασης των ασθενών για βελτίωση της παρεχόμενης νοσηλευτικής φροντίδας.
Η Σ.Ν.Ε. με επίκεντρο πάντα τον άρρωστο, με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ζωή, κατά την εφαρμογή πράξεων, μεθόδων και τεχνικών αποσκοπεί στα παρακάτω (Hardcastle, 2004).
 Στην ανατροφοδότηση των γενικών αλλά και των ειδικών προσδιορισμένων γνώσεων με την προσθήκη νέων.
 Στην αναθεώρηση και τροποποίηση παλαιοτέρων γνώσεων.
 Στην καλλιέργεια της δεξιότητας και στην εφαρμογή των νοσηλευτικών πράξεων.
 Στην αλλαγή της στάσης και της συμπεριφοράς του νοσηλευτή, με προσαρμογή στις συνεχώς μεταβαλλόμενες κοινωνικές αντιλήψεις.
 Στην προαγωγή της πρακτικής της εκπαίδευσης, της διοίκησης, της έρευνας, και της θεωρίας, για την ανάπτυξη και τη βελτίωση της δημόσιας υγείας.
 Στην συνειδητοποίηση των εκπαιδευόμενων νοσηλευτών ότι αποτελούν μέρος ενός μεγαλύτερου συστήματος εκπαίδευσης της υγείας και ότι θα πρέπει να κατανοούν τον τρόπο που αυτό επιδρά στην άσκηση του επαγγέλματος και στην παροχή φροντίδας.
Τέλος η διαδικασία της Σ.Ν.Ε. φαίνεται να συνδέεται με λιγότερη ανάγκη για συνεχή επίβλεψη, λιγότερα ατυχήματα, μεγαλύτερη εργασιακή ικανοποίηση και μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε νέες μεθόδους (Καραγιάννης, 2005).
1.6 Μορφές της Σ.Ν.Ε.
Η Σ.Ν.Ε. διακρίνεται στις εξής κατηγορίες:
1.6.1 Υποχρεωτική Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση
Ο όρος αυτός αναφέρεται στη διαδικασία της επίσημης υποχρεωτικής Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης (Russell, 2004, Prater and Neatherin, 2001) και μπορεί να χωριστεί στην:
 Ενδοϋπηρεσιακή και
 Στην εκπαίδευση που προσφέρεται εκτός υπηρεσίας

1.6.2 Εθελοντική Συνεχιζόμενη Νοσηλευτική Εκπαίδευση
Η Εθελοντική Σ.Ν.Ε., διαμορφώνεται με την ελεύθερη βούληση του κάθε ατόμου, κατευθύνεται από εσωτερικές δυνάμεις και τροποποιείται από την επίδραση εξωτερικών ερεθισμάτων και ευκαιριών. Εθελοντική Σ.Ν.Ε. σημαίνει ότι ο εκπαιδευόμενος δεν είναι υποχρεωμένος από την πολιτεία να συμμετέχει σε προγράμματα Σ.Ν.Ε. προκειμένου να διατηρήσει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και τα επαγγελματικά του δικαιώματα.
Πηγές ενημέρωσης αποτελούν επιστημονικά συγγράμματα και περιοδικά, το διαδίκτυο (Internet), διάφορα οπτικοακουστικά μέσα, η ανταλλαγή απόψεων και γνώσεων με ειδικούς, η εκπόνηση εργασιών, η συνεργασία μέσα σε επιτροπές, και η συμμετοχή σε εκπαιδευτικές ομάδες (Μαρκάκη, 2001).
1.6.3 Ενεργός Νοσηλευτική Συμμετοχή
Ο όρος αυτός περιλαμβάνει καθοδήγηση αλλά και ενεργητική συμμετοχή των νοσηλευτών στον προγραμματισμό της Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης, και ιδιαίτερα συμμετοχή στη διδασκαλία μάθησης. Οι συμμετέχοντες νοσηλευτές αρθρώνουν λόγο και μεταδίδουν τις γνώσεις και τις κλινικές τους εμπειρίες στη διάρκεια της διδασκαλίας και τις μοιράζονται τόσο με το δάσκαλο τους όσο και τους συναδέλφους τους. Η μάθηση δε στηρίζεται αποκλειστικά στην παραδοσιακή μηχανική μετάδοση γνώσης από το δάσκαλο ή τον υπεύθυνο του προγράμματος συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Η ενεργός συμμετοχή σχεδιάζεται για να βοηθήσει στην ανάπτυξη και στην απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων σε τομείς που αυτοί δεν έχουν επαρκείς γνώσεις, ιδιαίτερα σε αρχάριους νοσηλευτές αλλά και σε έμπειρους. (Pridham και συνεργάτες, 2006,).
2. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Διάφορες πρόσφατες μελέτες έχουν γίνει έχοντας ως σκοπό και στόχο να διερευνήσουν και να εκτιμήσουν τον ρόλο της Σ.Ν.Ε. στη Νοσηλευτική. Η παρουσίαση μας περιλαμβάνει ταξινόμηση-ομαδοποίηση των δεδομένων, ευρημάτων και συμπερασμάτων ορισμένων ερευνών, σε θεματικές ενότητες με βάση α) την αποτελεσματικότητα της Σ.Ν.Ε. στο νοσηλευτικό προσωπικό και βελτίωση της κλινικής πρακτικής, β) στα οφέλη από τη Σ.Ε. και προσωπική ανάπτυξη, και γ) το περιεχόμενο των προγραμμάτων της Σ.Ε.
2.3.1 Αποτελεσματικότητα της Συνεχούς Εκπαίδευσης του Νοσηλευτικού προσωπικού και βελτίωση της κλινικής πρακτικής
Η αποτελεσματικότητα είναι μια έννοια που μπορεί να μετρηθεί στη βάση συγκεκριμένων διαστάσεων και με την χρήση συγκεκριμένων προσεγγίσεων (Pridham και συνεργάτες, 2006). Τέτοια μέτρα αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, ανάμεσα σε πολλά άλλα, είναι η βελτίωση της κλινικής πρακτικής και το αίσθημα ικανοποίησης των ίδιων των νοσηλευτών/ νοσηλευτριών που συμμετέχουν σε προγράμματα συνεχούς εκπαίδευσης, τα οποία συνδυαζόμενα με τις γνώσεις που έχουν αποκτηθεί, τις τεχνικές δεξιότητες που έχουν αναπτυχθεί, την αλλαγή των στάσεων, την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών των νοσηλευτών, τη μεταφορά και αξιοποίηση των γνώσεων και δεξιοτήτων που αποκτήθηκαν στον κλινικό χώρο, συμβάλλουν στην ανάπτυξη της νοσηλευτικής πρακτικής και στην αναβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης νοσηλευτικής φροντίδας ( Hardcastle, 2004).
Η πρόσφατη μελέτη της Pridham και συνεργατών (2006) στο Wisconsin των Ηνωμένων Πολιτειών, έδειξε ότι η αποτελεσματικότητα της Σ.Ν.Ε. μέσω ενός προγράμματος συνεχούς εκπαίδευσης που εφάρμοσαν για την εκπαίδευση μιας ομάδας νοσηλευτριών εργαζομένων σε νοσοκομεία και στον τομέα της δημόσιας υγείας αποδεικτικέ σημαντική. Η αποτελεσματικότητα του προγράμματος, διαπιστώθηκε από το ότι οι νοσηλεύτριες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα δήλωσαν ότι ένιωσαν σημαντική προσωπική ικανοποίηση, ότι το πρόγραμμα συνέβαλε στην βελτίωση της κλινικής πρακτικής, στην επαγγελματική ανάπτυξή τους, και στις σχέσεις συνεργασίας με τους συναδέλφους τους.
Το πρόγραμμα αυτό σχεδιάστηκε από τους ερευνητές με στόχο να ενδυναμώσει την στήριξη μιας ομάδας μητέρων (122) για να αποκτήσουν επαρκείς και αποτελεσματικές ικανότητες στη φροντίδα των πρόωρων με χαμηλό βάρος νεογέννητων βρεφών τους.
Ουσιαστικό συστατικό, της μετάδοσης γνώσεων και δεξιοτήτων, ήταν η εφαρμογή της μαθησιακής - διδακτικής προσέγγισης της “υποστηρικτικής συμμετοχής”, προσέγγιση που οι κλινικές εμπειρίες των νοσηλευτριών αξιοποιούνταν στην περίοδο της διδασκαλίας και της μάθησης. Οι μαθητευόμενες συμμετείχαν ενεργά στην μαθησιακή διδασκαλία και στην κλασσική μηχανική μετάδοση γνώσεων από τους υπεύθυνους διδάσκοντες. Ακολούθως οι νοσηλεύτριες χρησιμοποίησαν την διδακτική προσέγγιση της “υποστηρικτικής συμμετοχής” κατά την περίοδο της στήριξης των μητέρων των παιδιών με ειδικά προβλήματα έτσι ώστε αυτές να αποκτήσουν τις απαραίτητες δεξιότητες στη φροντίδα των παιδιών τους.
Σε παρόμοια αποτελέσματα, ευρήματα και συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα και τη αξία της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, κατέληξε και η έρευνα της Ηardcastle, (2004) στη Νέα Ζηλανδία, η οποία είχε σκοπό να διερευνήσει τη σχέση ανάμεσα στην εμπειρία 88 νοσηλευτών που εργάζονταν σε μονάδες εντατικής θεραπείας και στην αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα, η ποιοτική αυτή μελέτη είχε διαπιστώσει ότι η συνεχής εκπαίδευση - επιμόρφωση δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική για το νοσηλευτικό προσωπικό (προσωπικό σε μονάδες εντατικής φροντίδας) εάν δε διευκολύνει τις ατομικές μαθησιακές ανάγκες και την προσωπική πρακτική ανάπτυξη. Πολλοί συμμετέχοντες νοσηλευτές/ νοσηλεύτριες από τους 88 νοσηλευτές - νοσηλεύτριες που συμμετείχαν στην μελέτη αντιλαμβάνονται την ‘αποτελεσματική’ συνεχή εκπαίδευση ως μέσο προαγωγής, και ανάπτυξης της προσωπικής και επαγγελματικής τους ικανότητας.
Αρκετοί νοσηλευτές/ νοσηλεύτριες περιέγραψαν την αποτελεσματική επιμόρφωση ως μια διαδικασία, η οποία επηρεάζει την ποιότητα της νοσηλευτικής πρακτικής, υπό την έννοια ότι αυτοί αισθάνονται ότι η αποτελεσματική επιμόρφωση αυξάνει ή ενισχύει την ικανότητα τους να παρέχουν υψηλής ποιότητας νοσηλευτική φροντίδα.
Αποτελεσματική συνεχής εκπαίδευση είναι εκείνη που ικανοποιεί τις ουσιαστικές ανάγκες του νοσηλευτικού προσωπικού, και την ανάγκη για προσωπική ανάπτυξη αυτοπεποίθησης.
Η ενδυνάμωση των κλινικών δεξιοτήτων και η απόκτηση ειδικών γνώσεων μέσα από το πρόγραμμα, τους καθιστούν ικανούς να εφαρμόσουν τη μάθηση αυτή στη νοσηλευτική πρακτική, και να την συνδέουν με την θεωρία, με απώτερο σκοπό την παροχή ποιοτικής φροντίδας υγείας. Η ποιοτική αυτή μελέτη, η οποία χρησιμοποίησε την μέθοδο της φαινομενολογίας.
Διάφορες άλλες σημαντικές μελέτες (Myer and Elliot,1999, Chοι et al. 2005), διαπίστωσαν επίσης ότι η συμμετοχή νοσηλευτριών σε προγράμματα συνεχούς εκπαίδευσης - είτε από επαγγελματική υπευθυνότητα είτε από προσωπικό ενδιαφέρον - ενδυναμώνει και εμπλουτίζει την επαγγελματική τους γνώση, οδηγούν σε απόκτηση δεξιοτήτων που τις καθιστούν ικανές να ικανοποιήσουν τις παρούσες και μελλοντικές ανάγκες των ασθενών και προσφέρουν στο κλινικό χώρο όπου εργάζονται υψηλής ποιότητας νοσηλευτική φροντίδα.
Στην ποσοτική έρευνα των choi et al. (2005) που έγινε στο Hong Kong έλαβαν μέρος 260 νοσηλευτές, στους οποίους δόθηκε το ερωτηματολόγιο με τίτλο Learning needs of nurses in continuing education. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι νοσηλευτές είχαν ενεργό συμμετοχή στη Σ.Ε. σε εθελοντική βάση και φρόντιζαν να ενισχύουν τις κλινικές τους γνώσει και δεξιότητες για βελτίωση της κλινικής πρακτικής, και παροχή υψηλής ποιότητας νοσηλευτικής φροντίδας.
Η μελέτη της Παπαδημητρίου και συνεργατών (2003) στην Πάτρα (Ελλάδα) είχε σκοπό να “επιδιώξει να καταγράψει το status quo των μεταπτυχιακών προγραμμάτων στη Νοσηλευτική στην Ελλάδα και να διερευνήσει το βαθμό αναγκαιότητας της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, ώστε να διαφανεί η εξέλιξη και η πρόοδος του νοσηλευτικού επαγγέλματος”.
Τα αποτελέσματα της ποσοτικής περιγραφικής αυτής μελέτης σε δείγμα από 204 φοιτητές της Νοσηλευτικής οι οποίοι φοιτούσαν στο ΑΕΙ Αθηνών και ΑΤΕΙ Αθήνας, Πάτρας και Λάρισας, ήταν τα ακόλουθα:
Διαφάνηκε η έντονη επιθυμία συμμετοχής των ερωτηθέντων σε προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης (76,47%).
Η ηθική ικανοποίηση αναδεικνύεται ως ο κυριότερος λόγος για την αναβάθμιση των σπουδών (40,20%) και σαν δεύτερος λόγος οι οικονομικές απολαβές (27,94%). Η συντριπτική πλειοψηφία των σπουδαστών (98,53%) πιστεύουν ότι με τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση θα αναβαθμιστεί το επίπεδο των γνώσεων τους. Η συνεχής εξελισσόμενη γνώση θεωρείται από τους τελειόφοιτους νοσηλευτές του δείγματος ο πλέον σημαντικός παράγοντας που σχετίζεται με την αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης νοσηλευτικής εκπαίδευσης.
“Αισιόδοξο μήνυμα, που βγαίνει από την μελέτη αυτή, για τη Νοσηλευτική είναι ότι οι τελειόφοιτοι νοσηλευτές/ νοσηλεύτριες έχουν υψηλές προδιαγραφές και υψηλούς στόχους που αφορούν στην αναβάθμιση του νοσηλευτικού επαγγέλματος και την ανάγκη βελτίωσης της ποιοτικής ολιστικής φροντίδας για τον ασθενή”. (Παπαδημητρίου, 2003), και έχουν - διατηρούν θετική στάση απέναντι στην συνεχιζόμενη εκπαίδευση.
Μια άλλη αξιόλογη έρευνα των Παπαθανάσογλου και συν. (2005) έδειξε ότι στην πράξη, αν και αναγνωρίζουν τη σημασία και την αποτελεσματικότητα της Σ.Ν.Ε. δυστυχώς, οι ευκαιρίες για Σ.Ν.Ε. είναι πολύ λίγες. Πιο συγκεκριμένα, σε δείγμα 30 μονάδων εμφραγμάτων της Ελλάδας, μόνο το 27% του προσωπικού είχε ειδική εκπαίδευση πριν από την τοποθέτηση στο τμήμα, ενώ εκπαίδευση κατόπιν τοποθέτησης είχε μόνο το 30%. Επίσης, χαρακτηριστικό εύρημα είναι ότι στο 23,3% του δείγματος δε δόθηκε καμία ολιγοήμερη εκπαιδευτική άδεια για Σ.Ε. Τέτοια ευρήματα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην εφαρμογή ποιοτικής νοσηλευτικής φροντίδας, αύξηση επιπλοκών στους ασθενείς και υποδηλώνουν υποβάθμιση της ίδιας της Σ.Ν.Ε. Η Σ.Ν.Ε. πρέπει να θεωρείται ως ελάχιστο προαπαιτούμενο για την παροχή ασφαλούς νοσηλευτικής φροντίδας και μη διαπραγματεύσιμος όρος της νοσηλευτικής υπηρεσίας και χρίζει εντατικοποίησης κάθε φορά που οι ανάγκες της Ν.Φ. αυξάνονται με στόχο την παροχή ποιοτικής κλινικής πρακτικής.
Σε πρόσφατη μελέτη που έγινε στη Κύπρο από τους Προδρόμου Χ. και συν (2006), σε 7 δημόσια νοσοκομεία της Κύπρου με δείγμα 1773 νοσηλευτές, με σκοπό τη διερεύνηση των στάσεων/απόψεων των νοσηλευτών σχετικά με το ρόλο του πυρήνα και των ομάδων προώθησης μάθησης καθώς και των αναγκών μάθησης των νοσηλευτών, έδειξε ότι οι νοσηλευτές αναγνωρίζουν τη σημασία της Σ.Ν.Ε. και το 86% του δείγματος υποστηρίζουν ότι η Σ.Ν.Ε. πρέπει να είναι υποχρεωτική για όλους και εθελοντική μόνο για συγκεκριμένες και εξειδικευμένες περιπτώσεις. Στην πλειοψηφία τους εκτιμούν το θεσμό και την αποτελεσματικότητα της Σ.Ν.Ε. και αισθάνονται ότι η νοσηλευτική υπηρεσία νοιάζεται για την επαγγελματική τους ανάπτυξη. Η συνεχής Ενδοϋπηρεσιακή νοσηλευτική εκπαίδευση κρίνεται ως αναγκαία στο κλινικό χώρο, για τη βελτίωση της κλινικής πρακτικής.
2.3.2 Οφέλη από τη Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση και προσωπική ανάπτυξη
Διάφοροι θεωρητικοί αλλά και ερευνητές μέσα από τις μελέτες τους κατέγραψαν τα διάφορα οφέλη τα οποία η συνεχιζόμενη εκπαίδευση προσκομίζει στους νοσηλευτές/ νοσηλεύτριες που παρακολούθησαν ή συμμετείχαν σε προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, όπως: Καλύτερη ποιότητα και παραγωγικότητα, λιγότερη απώλεια χρόνου για εκτέλεση μιας εργασίας, μεγαλύτερη εργασιακή ικανοποίηση, υψηλό ηθικό, λιγότερα ατυχήματα στον εργασιακό χώρο, μεγαλύτερη ασφάλεια εργασίας, μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε νέες μεθόδους, ενίσχυση της συνοχής της ομάδας, προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη, αύξηση γνώσης πρακτικών δεξιοτήτων και αλλαγή στάσεων και μεταφορά γνώσης στην πρακτική.
Ο Kremer (1996) στο Ισραήλ διερεύνησε τη σχέση ανάμεσα σε παράγοντες υποκίνησης στο εργασιακό χώρο και στα επαγγελματικά σχέδια νοσηλευτών για εργοδότηση κατά τα επόμενα 5 χρόνια στα δύο νοσοκομεία που αποτελούν το Hadassah Medical Organization. Νοσηλεύτριες που είχαν αίσθηση αυτονομίας απολάμβαναν την εργασία τους και βίωναν αίσθημα προσωπικής ανάπτυξης και κάποιο βαθμό επαγγελματικής ικανοποίησης, τα οποία συνδέονταν με παρακολούθηση προγραμμάτων συνεχούς εκπαίδευσης.
O Caranagh (1995) διερεύνησε ένα μοντέλο για τη θεωρητική σχέση ανάμεσα σε επιλεγμένες μεταβλητές και την επαγγελματική ικανοποίηση νοσηλευτικού προσωπικού που εργαζόταν σε νοσοκομεία. Διαπίστωσε θετική σχέση ανάμεσα στην συνεχιζόμενη εκπαίδευση και την επαγγελματική ικανοποίηση όπου η επαγγελματική ικανοποίηση ήταν εξαρτημένη μεταβλητή.
Ο Turner (1996) διερεύνησε τα οφέλη και τα κόστα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Οι νοσηλεύτριες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα – μελέτη, δήλωσαν ότι γι’ αυτές η προσωπική ικανοποίηση ήταν το μεγαλύτερο ωφέλημα, αφού η Σ.Ε συνέβαλε στην προσωπική τους ανάπτυξη που πήγαζε από την ικανοποίηση των εκπαιδευτικών αναγκών τους οι οποίες ήταν βασισμένες στην κλινική τους εμπειρία. Επίσης τα οφέλη που αποκόμισαν από τη μαθησιακή διαδικασία, και την αύξηση της γνώσης και των νέων τεχνικών, ήταν πολλαπλά.
Στη μελέτη τους οι Castiglia, Hunter και McCausland (1996) διαπίστωσαν ότι οι νοσηλεύτριες ήταν σημαντικά περισσότερο ικανοποιημένες από την εργασία τους και ήταν περισσότερο πιθανό να παραμείνουν στην ίδια εργασία, εάν ο οργανισμός που τις εργοδοτούσε θα προσέφερε αναβαθμισμένα προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Νοσηλεύτριες, οι οποίες δήλωσαν ικανοποίηση με τα προσφερόμενα προγράμματα μετεκπαίδευσης, έδειξαν ότι αισθάνονταν αυξημένη αίσθηση επιτευγμάτων και μεγαλύτερη ικανότητα να διατηρούν επαγγελματικά στάνταρτ.
Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση είναι ένας τρόπος για το νοσηλευτικό προσωπικό να μάθει νέα πράγματα και αρχές και να εκτεθεί σε διαφορετικές εμπειρίες (Robertson και συνεργάτες, 1999). Στη ποσοτική περιγραφική μελέτη συσχέτισης που διεξήχθη σε 7 νοσοκομεία στο Nashville, Tennessee, με δείγμα από 110 νοσηλευτές διαπιστώθηκε ότι οι νοσηλευτές που συμμετέχουν σε δραστηριότητες Συνεχούς Εκπαίδευσης έχουν υψηλότερα ποσοστά εργασιακής ικανοποίησης, από αυτούς που δε συμμετέχουν. Σαν αποτέλεσμα υποδεικνύεται ότι οι νοσηλευτές πρέπει να διδαχτούν και να ενθαρρυνθούν ώστε να γίνουν δια βίου μαθητευόμενοι, για να μπορούν να απολαμβάνουν τα οφέλη από τη Σ.Ν.Ε. και επίσης να προσφέρουν ικανοποιητική και ποιοτική φροντίδα στους ασθενείς.
Η μελέτη της Caflin (2005), η οποία έγινε στην Αριζόνα της Αμερικής ,είχε ως σκοπό τον εντοπισμό των προτεραιοτήτων των νοσηλευτριών για συνεχιζόμενη μάθηση προκειμένου να προταθούν αποτελεσματικά προγράμματα συνεχούς εκπαίδευσης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι βελτιωμένη γνώση και δεξιότητες από τέτοια προγράμματα ωφελούν όχι μόνο το νοσηλευτικό προσωπικό αλλά και ολόκληρο το νοσηλευτικό ίδρυμα στο οποίο εργάζονται, αφού παρατηρήθηκε βελτίωση της ποιότητας ζωής και της υγείας των ασθενών, βελτίωση της χρήσης πόρων και μείωση των δαπανών. Στη ποσοτική αυτή μελέτη που συμμετείχαν 463 νοσηλευτές που εργάζονταν στο Veterans Affairs Medical Centre, διαπιστώθηκε ότι επενδύοντας στη νοσηλευτική εκπαίδευση δεν παρέχονται στους νοσηλευτές μόνο οι απαραίτητες πληροφορίες που χρειάζονται για τη πρακτική τους στο κλινικό χώρο, αλλά παρέχεται και βελτιωμένη εργασιακή ικανοποίηση και προσωπική ανάπτυξη τα οποία έχουν αναγνωριστεί ως σημαντικοί παράγοντες στο εργασιακό περιβάλλον.
Η μελέτη της Walsh και συνεργατών (2006) στο χώρο της παιδιατρικής νοσηλευτικής επεσήμανε την ανάγκη της συμμετοχής κλινικών νοσηλευτριών σε προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι ένα πρόγραμμα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης που είχε σκοπό να αυξήσει τις δεξιότητες και να μεταβάλει τις στάσεις των νοσηλευτριών απέναντι στο πρόβλημα του πυρετού παιδιών, είχε σημαντικά οφέλη για τις 51 νοσηλεύτριες που συμμετείχαν σ’ αυτό το πρόγραμμα. Όχι μόνον αυξήθηκε και εμπλουτίστηκε η ελλιπής πρότερη γνώση αλλά και οι αρνητικές στάσεις και προκαταλήψεις που είχαν, μειώθηκαν αφού τους δόθηκε η ευκαιρία να ενημερωθούν και να εφαρμόσουν τις γνώσεις που ήταν προϊόν επιστημονικών ερευνών. Τονίζεται ότι είναι ουσιαστικό η κλινική πρακτική και η ‘on the job’ μάθηση και τα οφέλη που θα προκύψουν από τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση θα είναι ουσιαστικά μόνον αν πιο πέρα από την απόκτηση νέας γνώσης, τα προγράμματα επιτυγχάνουν να μεταβάλουν παρωχημένες αντιλήψεις, πεποιθήσεις και μεταβάλουν αρνητικές στάσεις.
Τα αποτελέσματα της ποιοτικής μελέτης Bee και συνεργατών (2005) σε μια σχετική με τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση έρευνα στα πλαίσια της ψυχιατρικής νοσηλευτικής φροντίδας η οποία έγινε σε 3 νοσοκομεία στην Αγγλία, έδειξαν ότι τα οφέλη για το νοσηλευτικό προσωπικό που συμμετείχε (n=61) σ’ αυτή την μελέτη ήταν πολλαπλά. Συνοπτικά, τα οφέλη που οι ίδιοι οι νοσηλευτές δήλωσαν ότι αποκόμισαν ήταν: απόκτηση σημαντικών γνώσεων αλλά και δεξιοτήτων, θετική αλλαγή στάσεων, αύξηση του ηθικού και προσωπική ανέλιξη. Όμως “παρά τα θετικά οφέλη που αποκόμισαν από το πρόγραμμα, οι νοσηλευτές εξέφρασαν μεγάλο βαθμό απαισιοδοξίας όσον αφορά την εφαρμογή/ υλοποίηση της νέας γνώσης και των δεξιοτήτων που αποκτήθηκαν” (Βee και συνεργάτες, 2005).
2.3.3 Περιεχόμενο Προγραμμάτων Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης-Διδακτικές Μέθοδοι-Μαθησιακές Διαδικασίες- Ανάγκες εκπαιδευομένων.
Η Turnbull (2004) τονίζει ότι τα Προγράμματα Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης πρέπει να έχουν ως κύριο στόχο, όχι απλώς την παροχή γνώσης αλλά να επιδιώκουν να αναπτύξουν την κριτική αναλυτική σκέψη και την ανάπτυξη αυτοκατευθυνόμενης μάθησης. Μέσα από τις κυκλικές διαδικασίες και τις διαδικασίες που επικεντρώνονται στην απευθείας λύση προβλημάτων οι εκπαιδευόμενοι νοσηλευτές μαθαίνουν να διερευνούν και να τεκμηριώνουν τις δικές τους αντιλήψεις και πεποιθήσεις στη βάση τεκμηριωμένων, κλινικών ευρημάτων. Οι εκπαιδευτές ενεργούν πιο πολύ ως υποκινητές. Προάγουν την ιδέα και την πρακτική του στοχασμού και βοηθούν τους εκπαιδευόμενους νοσηλευτές να προσεγγίζουν ένα θέμα με ελαστικό τρόπο σκέψης και όχι μονόπλευρα ή με μια και μόνο απόλυτη νοητική προσέγγιση.
Η Myer (1999) στις Ηνωμένες Πολιτείες περιγράφει διάφορα προγράμματα τα οποία αναπτύχθηκαν από διάφορα νοσηλευτικά ιδρύματα, των οποίων η αποτελεσματικότητα μετράται με βάση τα αποτελέσματα τους, δηλαδή το τι ακριβώς και πόσα έχουν μάθει οι συμμετέχοντες νοσηλευτές σ’ ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Στόχος των προγραμμάτων αυτών δεν είναι μόνο η γνωστική μάθηση, η απόκτηση τεχνικών δεξιοτήτων αλλά και το κατά πόσο η αποκτηθείσα μάθηση και οι δεξιοτεχνίες μεταφέρθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν αποτελεσματικά στην κλινική νοσηλευτική πρακτική. Δηλαδή απόδειξη της επιτυχίας ενός προγράμματος είναι η εφαρμογή της μάθησης στην κλινική πράξη.
Το διδακτικό υπόβαθρο για την εκμάθηση τεχνικών δεξιοτήτων και διαχείριση των ασθενών στο χώρο της εντατικής φροντίδας λαμβάνει χώρα στην τάξη, ενώ η εφαρμογή της γνώσης και των τεχνικών δεξιοτήτων επιτελούνται στο περιβάλλον της νοσηλευτικής πρακτικής, κάτω από την καθοδήγηση και επίβλεψη του διδακτικού και κλινικού νοσηλευτικού προσωπικού.
Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα αναθεωρείται και αναβαθμίζεται κάθε χρόνο έτσι ώστε να ανταποκρίνεται πιο καλά στις διαφορετικές ανάγκες και στυλ μάθησης των νοσηλευτών, καθώς και τις ανάγκες τους όπως ερμηνεύονται ή αξιολογούνται από τους ιδίους.
Για να είναι η μάθηση αποτελεσματική οι νοσηλευτές χρειάζονται επαρκή και συνεχή επανατροφοδότηση και παροχή πολλών ευκαιριών για να εφαρμόσουν νέες μαθησιακές διαδικασίες. Χρησιμοποιείται μια ποικιλία παιδαγωγικών μεθόδων, συμπεριλαμβανομένου ενός εξατομικευμένου συστήματος διδασκαλίας στην τάξη και στην κλινική εξάσκηση. Η χρήση της πληροφορικής και ευκαιρίες για συνεργασία μεταξύ των μαθητών είναι δύο άλλα μέτρα που ενισχύουν τη μαθησιακή διεργασία. Εφαρμόζεται δε, η Σωκρατική διδακτική μέθοδος όπου οι εκπαιδευόμενοι συμμετέχουν ενεργητικά στη διαδικασία της διδασκαλίας και μάθησης (Bove, 2001, Myer, 1999).
Οι συναντήσεις – συνεδριάσεις μετά από κάθε επιτηρούμενη κλινική νοσηλευτική εφαρμογή και άσκηση είναι απαραίτητα μέρος του προγράμματος συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, αφού εκεί τα σημεία – κλειδιά ενισχύονται και η παροχή επανατροφοδότηση από τους επιβλέποντες εκπαιδευτές οδηγούν σε αναπροσαρμογές εκ μέρους των εκπαιδευομένων νοσηλευτών (Myer, 1999).
Μια ποσοτική έρευνα που έγινε από τους Dina G. et al. (2007), σε 3 μεγάλα νοσοκομεία της εθνικής υπηρεσίας υγείας στο Λονδίνο, με σκοπό να διερευνήσει την εμπειρία 451 ειδικευμένων νοσηλευτών σχετικά με τη δια βίου μάθηση έδειξε ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος παράδοσης εξαρτάται από τον τύπο εκμάθησης και τις ευκαιρίες που προσφέρει η δια βίου μάθηση. Τα μαθήματα πρέπει να ικανοποιούν τις ανάγκες και προτιμήσεις των νοσηλευτών και όχι να εξυπηρετούν την ευκολία των εκπαιδευτών. Η εκμάθηση στο χώρο εργασίας θεωρήθηκε από πολλούς νοσηλευτές εξ ίσου σημαντική όσο η εκμάθηση σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Οι νοσηλευτές διακρίνουν τη Σ.Ν.Ε. σε 2 κατηγορίες: τη Σ.Ν.Ε. με σκοπό τη βελτίωση της σταδιοδρομίας και της προσωπικής ανάπτυξης και τη Σ.Ν.Ε. που προορίζεται στο να ενημερώνει και να αναπτύσσει καινούριες γνώσεις και δεξιότητες. Αρνητικό σε αυτή τη μελέτη κρίνεται η αμφισβήτηση των ευκαιριών για απόκτηση νέων δεξιοτήτων, αφού απαιτεί χρόνο από τις προσωπικές δουλειές και τις οικογένειες των νοσηλευτών.
Η μελέτη Glen (2004) διερεύνησε την πρακτική εκπαίδευση των νοσηλευτών στην Αγγλία: Τονίζεται ότι σε κάθε εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα πρέπει να δίνεται έμφαση στο πως να διευκολύνεται η μάθηση, η μαθησιακή διαδικασία όχι μόνο η παραδοσιακή εκπαίδευση, διδασκαλία και εξάσκηση. Η νοσηλευτική εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα της πρέπει να είναι πλήρως ενσωματωμένη στην πρακτική της νοσηλευτικής. Αυτό απαιτεί ανάπτυξη υποδομής ανάμεσα στην υπηρεσία και την εκπαίδευση.
Ο Hravnak και συνεργάτες (2005) στην Αμερική επισημαίνουν και αυτοί την ανάγκη της κατάλληλης ενσωμάτωσης της γνώσης και των δεξιοτεχνιών που αποκτώνται μέσα από προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, σε καταστάσεις κλινικής πρακτικής. Περιγράφει το πρόγραμμα που προσφέρεται από το Πανεπιστήμιο Pittsburg School of Nursing και επισημαίνει τις αναγκαίες γνωστικές και τεχνικές δεξιότητες που χρειάζεται να διδαχθούν και να αποκτηθούν από το νοσηλευτικό προσωπικό που εργάζεται σε μονάδες εντατικής νοσηλευτικής παρακολούθησης.
4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Το θέμα ‘ο ρόλος της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης’ στη Νοσηλευτική έχει απασχολήσει μεγάλο αριθμό μελετητών και σχετιζόμενων φορέων και οργανώσεων, και η διαδικασία της Σ.Ν.Ε. έχει αναγνωριστεί σαν σημαντικό κομμάτι της προσφοράς ποιοτικής νοσηλευτικής φροντίδας.
Αξιόλογοι επαγγελματικοί οργανισμοί όπως ο σύνδεσμος Αμερικανών Νοσηλευτών, ο βρετανικός σύνδεσμος νοσηλευτών κλπ υποστηρίζουν ότι η συνεχιζόμενη εκπαίδευση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη των νοσηλευτών, αφού συμβάλλει στην αύξηση της αυτοπεποίθησης τους, στην αύξηση και βελτίωση των γνώσεων τους και της εμπιστοσύνης τους στις ικανότητες τους να φροντίζουν τους ασθενείς, αλλά συμβάλλει και στην αύξηση της αίσθησης όσον αφορά τα επαγγελματικά προβλήματα.
Ωστόσο υπάρχουν εκείνοι οι φορείς και άλλα σχετικά άτομα που αντιτίθενται στην υποχρεωτική συνεχιζόμενη εκπαίδευση μια πρακτική που εφαρμόζεται σε πολλές πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών και οι οποίοι επιμένουν ότι δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες οι οποίες να αποδεικνύουν ότι αλλαγές στην νοσηλευτική πρακτική επέρχονται ως αποτέλεσμα εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων (Russell, 2004).
Τα αποτελέσματα και τα ευρήματα των πρόσφατων ερευνών για το ρόλο της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης στη νοσηλευτική συγκλίνουν και συμφωνούν μεταξύ τους ότι κάτω από κατάλληλες συνθήκες η συνεχιζόμενη εκπαίδευση συμβάλλει στην προαγωγή της νοσηλευτής πρακτικής, στη προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη των νοσηλευτών, και στην αύξηση του κύρους του νοσηλευτικού επαγγέλματος. Έχει γίνει κατανοητό ότι η εκπαίδευση δε σταματά με τη λήψη του πτυχίου, αλλά συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, με τον εμπλουτισμό των γνώσεων για αντιμετώπιση των προκλήσεων της εποχής.
Η αποτελεσματικότητα της Σ.Ν.Ε. έχει τεκμηριωθεί και τα διάφορα οφέλη που παρέχει στο νοσηλευτικό προσωπικό, έχουν εντοπιστεί μέσα από πρόσφατες έρευνες, ανεξάρτητα σε ποιο τμήμα εργάζεται, μονάδες εντατικής παρακολούθησης, χειρουργικό, γενικά παθολογικά τμήματα, ψυχιατρικά τμήματα κλπ.
Οι επιταγές της σύγχρονης κοινωνίας, οι απαιτήσεις του κοινού για παροχή υψηλής ποιότητας νοσηλευτική φροντίδας, και οι ραγδαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο χώρο της δημόσιας υγείας απαιτούν και από τη Νοσηλευτική υψηλό επίπεδο γνώσεων, αναβαθμισμένες δεξιοτεχνίες και μάλιστα αποδεδειγμένη επικαιρότητα γνώσεων σε βάθος χρόνου. Απάντηση σ’ αυτή τη νέα διάσταση, σύμφωνα με τον Kersatitis (1997) δεν είναι άλλη από τη συνεχιζόμενη και εκπαίδευση, τη δια βίου μάθηση.
Το κύρος ενός επιστημονικού κλάδου, μιας επιστήμης όπως είναι η Νοσηλευτική, εξαρτάται από την ικανότητα των μελών του να αποδεικνύουν διαρκώς τη γνώση, τη δεξιοτεχνία, την επικαιρότητα και την εγκυρότητα, πράγμα που επιτυγχάνεται μέσα από τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση αλλαγή και την εμπλοκή των μελών του στην έρευνα. Εκείνος ο επαγγελματικός κλάδος, εκείνη η επιστήμη που δεν διαθέτη τα ερευνητικά μέσα, την ερευνητική δεξιοτεχνία να αξιολογήσει η ίδια τα αποτελέσματα του έργου της, τη συνεισφορά, δύσκολα μπορεί να επιβιώσει.
Οι επαγγελματικοί σύνδεσμοι, τα νοσηλευτικά ιδρύματα, αλλά και ο κάθε επαγγελματίας νοσηλευτής πρέπει να αντιληφθούν ότι η Σ.Ν.Ε. αποτελεί το μέσο αναβάθμισης και διατήρησης του κύρους ενός επιστημονικού κλάδου, όπως η Νοσηλευτική που έχει την ευθύνη να προσφέρει εξειδικευμένες και επιστημονικά τεκμηριωμένες υπηρεσίες και επαγγελματισμό στο άτομο, την κοινότητα και γενικότερα στη κοινωνία.
Η συμμετοχή των νοσηλευτών σε έρευνες, η ανάληψη από αυτούς ερευνών πάνω σε νοσηλευτικά θέματα, η προβολή απ’ αυτούς της σημασίας και της αξίας των επιστημονικά πιστοποιημένων δεδομένων και σαν βάση για τη νοσηλευτική πρακτική, είναι ανάγκες που χρειάζονται περαιτέρω προώθηση και ενίσχυση.
Τα καλά δομημένα προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης τα οποία οργανώνονται και παρέχονται στη βάση των εκπαιδευτικών αναγκών του κάθε επαγγελματία νοσηλευτή αλλά και του κλάδου και τμήματος στο οποίο εργάζεται, (και όχι των εκπαιδευτών) αποτελούν επιτακτική ανάγκη. Επιπρόσθετα σημειώνεται η αξία και η αποτελεσματικότητα προγραμμάτων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης στα οποία η ενεργητική συμμετοχή των εκπαιδευομένων νοσηλευτών και η καθοδηγούμενη συμμετοχή αποτελεί ουσιαστικό συστατικό. Έτσι ο νοσηλευτής θα αποκτήσει τη γνώση και ικανότητα να ανακαλύπτει, να ερμηνεύει, να κρίνει τα ερευνητικά ευρήματα και ακολούθως να αλλάξει το περιβάλλον της πρακτικής προ το καλύτερο δυνατό τρόπο.
Μόνο με τα οφέλη από τη διαδικασία της Σ.Ν.Ε θα επιτευχθεί το υψηλό επίπεδο φροντίδας που έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι στη σύγχρονη κοινωνία, και μόνο έτσι οι νοσηλευτές θα μπορούν να ανταποκριθούν στις συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις και θα αισθάνονται ασφαλείς και ικανοποιημένοι από την εργασία τους.
Εν κατακλείδι όλες οι μελέτες που εντοπίστηκαν έχουν θετικά αποτελέσματα ως προς την αναγκαιότητα της Σ.Ν.Ε. Παραμένουν όμως ερωτηματικά στον τρόπο εφαρμογής της στάσης και της γνώσης που αποκτάται, στην κλινική πράξη. Πιστεύεται ότι οι προτάσεις όλων των ερευνητών για αναβάθμιση της ποιότητας στην προσφορά Νοσηλευτική φροντίδας θα πρέπει να μην μένουν στα λόγια, αλλά να εφαρμόζονται. Γι' αυτό και πρέπει να παρέχονται κίνητρα και διευκολύνσεις για εφαρμογή της Σ.Ν.Ε. από τη θεωρίας στην πράξη, με κύριο στόχο την προσφορά αναβαθμισμένης Νοσηλευτικής φροντίδας και φυσικά φροντίδας προσανατολισμένης στην έρευνα.
Τελειώνοντας να αναφέρουμε τη φράση του αρχαίου έλληνα φιλόσοφου Σωκράτη ΄΄ γηράσκω αεί διδασκόμενος ΄΄.